Τί είναι η Ωτοσκλήρυνση;
Η ωτοσκλήρυνση είναι μια πάθηση των ακουστικών οσταρίων, των μικρών δηλαδή οστών που βρίσκονται πίσω από το τύμπανο, της σφύρας, το άκμονα και του αναβολέα. Αντίθετα με το όνομά της, τα οστά δεν γίνονται πιο “σκληρά”, αλλά αποτελεί μια νόσο σαν την οστεοπόρωση, που προοδευτικά κάνει τα οστάρια αυτά λιγότερο συμπαγή, προκαλώντας προβλήματα στην κίνησή τους καθώς και στις αρθρώσεις μεταξύ τους και κάποιες φορές επεκτείνεται και στον οστέινο κοχλία, το περίβλημα δηλαδή του οργάνου της ακοής. Ως αποτέλεσμα τα ακουστικά οστάρια δεν έχουν κινούνται όπως πρέπει για να μεταδώσουν τον ήχο και έτσι έχουμε μείωση της ακοής σε ένα αυτί με άθικτο κατά τα άλλα τύμπανο .
Ο μηχανισμός που προκαλεί την ωτοσκλήρυνση είναι πολύπλοκος, με γενετικούς, ιογενείς (πχ ιός ιλαράς) , ορμονικούς, αγγειακούς και μεταβολικούς παράγοντες να έχουν ενοχοποιηθεί στην πρόκλησή της.
Πώς παρουσιάζεται;
Η πιο συνηθισμένη περίπτωση, είναι η επίσκεψη στο ιατρείο ενός ασθενή, 30-40 ετών, συνηθέστερα γυναίκα, με μια προοδευτικά επιδεινούμενη βαρηκοΐα και στα δύο αυτιά, με βουητό (εμβοές). Σπανιότερα με συμπτώματα ζάλης. Αρκετές φορές η πρώτη εμφάνισή της είναι μετά από κάποια εγκυμοσύνη.
Πώς γίνεται η διάγνωση;
Η διάγνωσή της περιλαμβάνει αναλυτικό ιστορικό της νόσου (πότε ξεκίνησε, αν χειροτερεύει σταδιακά, αν είναι και από τα δύο αυτιά, αν υπάρχει και βουητό ή ζάλη) πλήρη Ωτορινολαρυγγολογικό έλεγχο με εξέταση του αυτιού με το μικροσκόπιο και ασφαλώς πλήρη έλεγχο της ακοής με ακοόγραμμα, τυμπανόγραμμα και έλεγχο τωνακουστικών αντανακλαστικών. Πολύ σπάνια και μόνο σε πολύ προχωρημένες περιπτώσεις ωτοσκλήρυνσης έχει νόημα η εξέταση με αξονική τομογραφία, καθώς τις πιο πολλές φορές είναι φυσιολογική.
Πώς αντιμετωπίζεται;
Ο ασθενής που πάσχει από ωτοσκλήρυνση εάν αυτή ήδη επηρεάζει αρκετά την ακοή του και την καθημερινότητά του ή έχει έντονο βουητό, αλλά και λόγω του ότι αποτελεί μια νόσο που με το πέρασμα του χρόνου μειώνει όλο και περισσότερο την ακοή του, πρέπει να αναζητήσει λύση στο πρόβλημά του είτε χειρουργική είτε μη χειρουργική. Η χρήση φαρμάκων όπως τα διφοσφωνικά έχει περιορισμένη χρήση λόγω της χαμηλής και μη αποδεδειγμένης αποτελεσματικότητάς τους. Όσο αφορά την επιλογή της χειρουργικής λύσης, με μια εξειδικευμένη επέμβαση την αναβολοτομή, στην ουσία χρησιμοποιείται ένα τεχνητό μόσχευμα (πιστόνι) που αντικαθιστά τα προσβεβλημένα οστάρια και την μεταξύ τους άρθρωση που πάσχει. Μία άλλη επιλογή, μη χειρουργική, είναι η χρήση ακουστικού βαρηκοΐας που μπορεί να προσφέρει μια ικανοποιητική ακοή στον ασθενή και να τον ανακουφίσει από τα βουητά.
Και οι δύο αυτές επιλογές έχουν πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα τα οποία θα πρέπει να συζητήσει ο ασθενής με τον Ωτορινολαρυγγολόγο του και μαζί να καταλήξουν στην ιδανικότερη για κάθε ασθενή ξεχωριστά λύση.
Για όλα τα παραπάνω και για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το πρόβλημά σας, επικοινωνήστε μαζί μας τηλεφωνικά και προγραμματίστε ένα ραντεβού για εξέταση.