Ο έλεγχος του ιλίγγου αποτελεί μια πρόκληση για τον ειδικό γιατρό και απαιτεί εξειδικευμένο έλεγχο που πρέπει να γίνεται πολλές φορές με τη συνεργασία διαφόρων ειδικοτήτων.
Πρωταρχικό βήμα αποτελεί η λήψη ενός λεπτομερούς ιστορικού και η συζήτηση με τον ασθενή ένα παραπάνω αφού πολλές φορές είναι δύσκολη η περιγραφή των συμπτωμάτων, πόσο μάλλον όταν συμπτώματα που δεν σχετίζονται με τον ίλιγγο αλλά με τη ζάλη περιγράφονται από τον ασθενή ως ίλιγγος.
Ακολουθεί η συστηματική ΩΡΛ εξέταση με ωτομικροσκόπηση, έλεγχο της ακοής και έλεγχο των κρανιακών νεύρων καθώς και διάφορες δοκιμασίες (stepping test, romberg) για τον αποκλεισμό ή τον εντοπισμό συγκεκριμένων παθήσεων και τύπων ιλίγγου.
Πολλές φορές είναι απαραίτητος ο έλεγχος του ασθενή με ίλιγγο με τη λεγόμενη δοκιμασία Dix-Hallpike για τον έλεγχο μια συγκεκριμένης μορφής ιλίγγου, του ιλίγγου θέσεως.
Για την ολοκληρωμένη μελέτη του ιλίγγου και παθήσεων όπως η νόσος Meniere, λαβυρινθίτιδα, αιθουσαία νευρωνίτιδα, είναι σημαντική η εξέταση του ασθενή με το λεγόμενο ηλεκτρονυσταγμογράφημα (ΗΝΓ).
Η ισορροπία, η βάδιση και η στάση του σώματός μας ελέγχεται από διάφορες δομές του εγκεφάλου, που επεξεργάζονται τις πληροφορίες που τους στέλνουν οι λαβύρινθοι, τα μάτια μας, η σπονδυλική στήλη και τα άκρα του σώματός μας. Ειδικότερα όσο αφορά τους λαβυρίνθους, βρίσκονται πίσω από το αυτί, ελέγχουν την ισορροπία και πρέπει να λειτουργούν στον ίδιο βαθμό και οι δύο.
Για να ελέγξουμε ακριβώς πιθανή πτώση της λειτουργίας τους και μη αρμονικής συνεργασίας τους, πέραν του νευρολογικού και ωτολογικού ελέγχου πρέπει να γίνει επιπλέον έλεγχος με βίντεο-ηλεκτρονυσταγμογραφία με αέρα ή νερό.
Ο ασθενής είναι ξαπλωμένος σε κλίση 30 μοιρών, και φοράει ειδική μάσκα συνδεδεμένη με κάμερα για την καταγραφή της εξέτασης στον υπολογιστή. Κατά την εξέταση αυτή ερεθίζουμε και τους δύο λαβυρίνθους διαδοχικά με ζεστό και κρύο αέρα στον έξω ακουστικό πόρο του αυτιού και διαπιστώνουμε εάν και πόσο αντιδρά ο καθένας στο ερέθισμα αυτό. Σε δυσλειτουργία τους, εάν πχ. δεν λειτουργεί σωστά ο ένας λαβύρινθος, διαπιστώνουμε μειωμένη ή αυξημένη αντίδραση στον ερεθισμό του με τον αέρα και τότε έχουμε τη λεγόμενη μονόπλευρη πάρεση (σε μειωμένη λειτουργία) ή αυξημένη αντίδραση (σε αυξημένη λειτουργία) ή αμφοτερόπλευρη εάν δεν λειτουργούν και οι δύο.
Με τον τρόπο αυτό μπορούμε να διαγνώσουμε μια πάθηση των λαβυρίνθων καθώς και να καθορίσουμε ή να τροποποιήσουμε τη θεραπεία του ασθενή που έχει ίλιγγο.
Η εξέταση αυτή απαιτεί αρκετό χρόνο για να ολοκληρωθεί και γίνεται μόνο έπειτα από προγραμματισμένο ραντεβού.
Για όλα τα παραπάνω και για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το πρόβλημά σας, επικοινωνήστε μαζί μας τηλεφωνικά και προγραμματίστε ένα ραντεβού για εξέταση.